Φίλε επισκέπτη,

Καλωσόρισες στο ιστολόγιό μου .

Είμαι ο Άρης Γαβριηλίδης γεννημένος το 1948 στον Πειραιά. Σπούδασα οικονομικά στην Νομική Αθηνών και σταδιοδρόμησα ως διευθυντικό στέλεχος σε ναυτιλιακές τράπεζες και επιχειρήσεις. Τώρα ασχολούμαι αποκλειστικά με τις δύο παλιές μου αγάπες: τη συγγραφή βιβλίων και την μικρογλυπτική (readymade, assemblance art)

Εδώ καταγράφω όσες από τις σκέψεις μου θεωρώ ότι αξίζει τον κόπο να δημοσιευτούν. Εκθέτω επίσης φωτογραφίες από τα τεχνουργήματά μου, παρμένες από την "γκαλερί" της προσωπικής μου ιστοσελίδας: http://www.arisgavriilidis.gr/

Διευκρίνιση: ο τίτλος του blog, Aris-tourgimata, δεν οφείλεται σε οίηση αλλά σε λογοπαίγνιο: συνδυάζει το όνομά μου (Άρης) με τα δημι-ουργήματά μου (σκέψεις και τεχνουργήματα).

Φίλε επισκέπτη, ελπίζω να βρεις το ιστολόγιό μου ενδιαφέρον. Το σχόλιά σου ευπρόσδεκτα.

Σε περιμένω και:

Στην ιστοσελίδα μου: http://arisgavriilidis.gr/
στο Facebook: Aris Gavriilidis
στο Twitter: @agavriel1

EMAIL

397. Το θέατρο στο ραδιόφωνο

       Μία από τις μαγείες του θεάτρου είναι ότι βάζει συχνά τον θεατή να συμμετέχει ενεργά στην παράσταση, με εργαλείο την φαντασία του. Για παράδειγμα, αν ο ηθοποιός χαράξει με κιμωλία ένα κύκλο γύρω του και ισχυριστεί ότι βρίσκεται μέσα στη φυλακή, μπορεί να παίξει το ρόλο του φυλακισμένου χωρίς το έργο να χάσει τίποτε από την ουσία του, αφού τα σκηνικά δημιουργούνται στην φαντασία του θεατή. Ο Κάρολος Κουν είχε πει πως «με έναν ηθοποιό και μια καρέκλα κάνουμε θέατρο».
Η μέθεξη στο θέατρο γίνεται με την συμμετοχή δύο από τις αισθήσεις μας: την όραση και την ακοή. Και όμως! Η μαγεία του θεάτρου κάνει και εδώ μια υπέρβαση. Μπορεί να αφαιρέσει την ακοή και να αφήσει μόνο την όραση. Αυτό συμβαίνει για παράδειγμα κατά 50% στο «Τα παιδιά ενός κατώτερου θεού», στο οποίο η πρωταγωνίστρια είναι άλαλη,  (τελευταία εμφάνιση της Έλλης Λαμπέτη, το είδα και αργότερα με την Πέγκυ Τρικαλιώτη) και κατά 100% στο «Wunschkonzert», του Φραντς Ξάβιερ Κρετζ, (ανέβηκε το 2010, στο Από Μηχανής Θέατρο, σε εξαιρετική σκηνοθεσία Ζωής Χατζηαντωνίου και ερμηνεία Δέσποινας Κούρτη, η οποία επί 70 λεπτά εκινείτο αμίλητη στη σκηνή, κρατώντας αδιάπτωτο το ενδιαφέρον των θεατών).
Η μαγεία του θεάτρου όμως μπορεί να επιτύχει και το αντίθετο: να αφαιρέσει την όραση και να αφήσει την ακοή. Αυτό ακριβώς συμβαίνει με το θέατρο στο ραδιόφωνο. Ο Όρσον Ουέλες τρομοκράτησε το 1937 όλη την Αμερική στην ιστορική, ραδιοφωνική εκπομπή του με την εισβολή των Αρειανών. Ήταν τόσο πειστικός που οι ακροατές το εξέλαβαν για πραγματικότητα.
Για να μην πάμε όμως τόσο μακριά στον χώρο και στον χρόνο, στον τόπο μας υπάρχουν, ευτυχώς, ραδιοφωνικές εκπομπές που παρουσιάζουν γνωστά θεατρικά έργα προσαρμοσμένα για το ραδιόφωνο ή ηχογραφήσεις θεατρικών παραστάσεων.
Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία αναγνώστες θυμούνται με νοσταλγία τις εκπομπές αυτές που μεταδίδονταν παλιά από τους κρατικούς ραδιοσταθμούς, τις νυκτερινές ώρες. Γυρίζοντας πίσω, στις δεκαετίες 50 και 60, πριν να εισβάλει η τηλεόραση στη χώρα μας, ο μοναδικός προσιτός, οικονομικά και  γεωγραφικά τρόπος ενημέρωσης και ψυχαγωγίας ήταν το ραδιόφωνο. Μετά τον κάματο της ημέρας, τα φώτα χαμήλωναν και ο ακροατής υποδεχόταν σπίτι τον θίασο της θεατρικής παράστασης. Έργα ποιοτικά, παιγμένα από πρωταγωνιστές του Εθνικού (και όχι μόνο) θεάτρου, σκηνοθετημένα από έμπειρους καλλιτέχνες. Σπουδαία έργα ελλήνων και ξένων συγγραφέων συχνά σε μετάφραση γνωστών λογοτεχνών.
Η μετάδοση θεατρικών παραστάσεων από το ραδιόφωνο συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Όμως, στην εποχή της ταχύτητας που ζούμε, δεν είναι εύκολο να συμπέσουν οι ελεύθερες ώρες μας με τις ραδιοφωνικές μεταδόσεις.
Στο πρόβλημα αυτό, σαν τον από μηχανής θεό της αρχαίας τραγωδίας, έρχεται να δώσει λύση στους λάτρεις του ραδιοφωνικού θεάτρου ένας ελληνικός ιστότοπος (blog). Είναι το www.radio-theatre.blogspot.com, που ανακάλυψα τυχαία πριν από λίγο καιρό και έγινα έκτοτε τακτικός επισκέπτης του. Ο ιστότοπος αυτός κάθε λίγες μέρες παρουσιάζει ένα θεατρικό έργο που μπορεί κανείς να «κατεβάσει» και να αποθηκεύσει στον υπολογιστή του. Από εκεί, με την βοήθεια ακουστικών ή ηχείων το ακούει όποτε θέλει. Μπορεί ακόμη να το αντιγράψει σε USB, σε ipad  ή σε CD  και να το ακούσει με την ησυχία του, ακόμη και οδηγώντας αυτοκίνητο (όπως κάνω εγώ, αξιοποιώντας τον χρόνο μετάβασης προς και από την εργασία μου). Κάθε έργο συνοδεύεται από πολύτιμο πληροφοριακό υλικό, φωτογραφίες και σχόλια.
Τα έργα που παρουσιάζονται έχουν μεταδοθεί κυρίως από το Τρίτο Πρόγραμμα και ξεπερνούν, ως τώρα, τα  360. Το ρεπερτόριο καλύπτει μια μεγάλη γκάμα θεατρικών συγγραφέων, ξένων και Ελλήνων. Παρελαύνει όλη σχεδόν η αφρόκρεμα των Ελλήνων ηθοποιών, παλιών και νεότερων. Ακούγοντάς αυτά τα έργα, οι πρεσβύτεροι ξαναβρίσκουν έναν αγαπημένο φίλο από τα παλιά, και οι νεότεροι μυούνται σε ένα είδος τέχνης που αγνοούν. Μπορούν ακόμη να τα απολαύουν οι ομογενείς μας, στο εξωτερικό, οι ναυτικοί και όλοι οι συνέλληνες απανταχού της γης, δημιουργώντας έναν ακόμη σύνδεσμο με την μάνα πατρίδα.   
Το www.radio-theatre.blogspot.com
προσφέρει ποιοτική  ψυχαγωγία (και με την κυριολεκτική έννοια του όρου), χωρίς κανένα κόστος για τον ακροατή, στοιχείο ιδιαίτερα σημαντικό στην οικονομική κρίση που βιώνουμε.

396. Βάλε την ομορφιά στη ζωή σου

            Η οικονομική κρίση που βιώνουμε και που προβλέπεται να διαρκέσει καιρό, φέρνει πλάκωση στην ψυχή. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι η ψεύτικη, όπως αποδείχτηκε, ευημερία, που βιώναμε τόσα χρόνια, μας γέμιζε πάντα ψυχική ευφορία, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία.
           Ένα αντίδοτο στην πλάκωση που λέγαμε προηγουμένως είναι η  ομορφιά. Δεν χρειάζεται να ψάξουμε πολύ για να την βρούμε. Είναι παντού, γύρω μας, μα εμείς δεν την βλέπουμε. Κάθε μορφή τέχνης είναι ομορφιά. Τα μουσεία και οι αρχαιολογικοί χώροι, με φτηνό εισιτήριο ή δωρεάν είσοδο, είναι γεμάτα από αυτήν. Οι εκκλησίες μας, οι εικόνες, τα βιτρώ, τα ψηφιδωτά που τις κοσμούν, η αρχιτεκτονική τους. Έναν βιβλίο, ένα ποίημα, μια θεατρική παράσταση.
           Το γλαστράκι στο παραθύρι μας, η παιδική ζωγραφιά,  ένας περίπατος στο δάσος, το αλσάκι της γειτονιάς. Ρώτησαν κάποιον Αθωνίτη μοναχό τι βλέπει κανείς στο Περιβόλι της Παναγίας, αγιοσύνη ή σκάνδαλα. Και ο σοφός γέροντας απάντησε. "Βλέπεις ό,τι είσαι προετοιμασμένος να δεις. Αν αγιοσύνη, βλέπεις αγιοσύνη. Αν σκάνδαλα, βλέπεις σκάνδαλα".  Το ίδιο συμβαίνει με το άλσος ή το δάσος. Μπορείς να δεις τις ακαθαρσίες των σκύλων, τα αφημένα σκουπίδια, τα πεταμένα μπάζα, ή να θαυμάσεις τα δέντρα, τα άνθη, τα σκαθάρια και τις πεταλούδες που φιλοξενούν.  Το ίδιο συμβαίνει με την ζωή. Μπορείς να βλέπεις την μιζέρια, την ασχήμια, την ανθρώπινη κακία, αδιαφορία και εγωισμό. Όμως μπορείς να ξεχωρίσεις τον αλτρουισμό, την ειλικρίνεια, την φιλία, την αγάπη. Κι αυτά ομορφιά είναι. Εμείς επιλέγουμε τι θέλουμε να βλέπουμε. 
            Η φύση  όλη είναι μια ομορφιά. Ο έναστρος ουρανός. Τα γλυπτά που σμιλεύει τον χειμώνα η φύση στα γυμνά κλαριά των δέντρων. Οι βροχοστάλες που κατρακυλούν αργά στο τζάμι. Τα ρυάκια που σχηματίζει η νεροποντή στις παρυφές των δρόμων. Τα πολύκλωνα σχέδια της  αστραπής  στον μολυβί καμβά του ουρανού. Τα σύννεφα που ταξιδεύουν σπρωγμένα από τον άνεμο. Το ήρεμο ηλιοβασίλεμα, το πελώριο φεγγάρι που ανατέλλει, το τραγούδι του τζίτζικα, το ατέλειωτο πηγαινέλα των μυρμηγκιών, τα μάτια των αγαπημένων μας προσώπων, η δροσιά του νερού όταν διψάμε, το σπουργίτι που πίνει νερό από την λακκούβα του δρόμου, οι αυλακιές της προπέλας που οργώνει την θάλασσα, τα ασημένια φύλλα της ελιάς στο απέναντι πεζοδρόμιο. Όλα αυτά τα κοιτάμε, τα προσπερνάμε  μα δεν τα βλέπουμε.
            Ομορφιά είναι ολόκληρος ο κόσμος. Κόσμος σημαίνει κόσμημα και ονομάστηκε έτσι, όχι τυχαία, αλλά ακριβώς επειδή είναι όμορφος.  
            Η συνειδητή απόλαυση της ομορφιάς έχει δύο πλεονεκτήματα: γλυκαίνει την ψυχή και είναι δωρεάν. Είναι το νερό στο παγούρι για να διασχίσουμε την οικονομική έρημο στην οποία μπήκαμε.  Όμως η κρίση κάποτε θα περάσει. Πέρα μακριά, πίσω από εκείνους τους αμμόλοφους,  μάς περιμένει το πράσινο λιβάδι. Εκεί θα ξαποστάσουμε και θα χτίσουμε μια νέα ζωή, δίχως τα σφάλματα του παρελθόντος.  
(Εικονίζεται το έργο μου "Κραυγή" από την συλλογή "Εργαλεία")

395. Υποκοριστικά με φαντασία

      Είναι αλήθεια ότι τα γυναικεία ονόματα περιλαμβάνουν περισσότερα περίεργα ονόματα από τα ανδρικά, όπως Υπακοή, Γευσώ, Επιστήμη, κλπ. Πρέπει να είναι κανείς πολύ ευφάνταστος για να εφεύρει εδώ κάποιο σχετικό υποκοριστικό. Γνωρίζω μια Λόκρη (Λαοκρατία) και μια Νία (Δημοσθενία). Η Μάρμω (Ειμαρμένη) είναι πασίγνωστη αφού έτσι ονομαζόταν η ηρωίδα τηλεοπτικής σειράς. Διάσημη και η βουκολική Γκόλφω (Εγκολπία).
      Υπάρχει όμως και ένας άλλος, πιο απλός και αποτελεσματικός τρόπος, που μπορεί να καλύψει όχι μόνο τα περίεργα αλλά όλα τα ονόματα. Να χρησιμοποιήσει για υποκοριστικό ένα άλλο, εντελώς άσχετο όνομα, που του αρέσει, κι ας μην έχει ηχητική συνάφεια με το βαφτιστικό. Γνωρίζω δύο τέτοιες πραγματικές περιπτώσεις. Την Χαρίκλεια που έγινε Ιλόνα και την Υπατία που μεταμορφώθηκε σε Τιτίκα. Σημειωτέον ότι η ομώνυμη ηρωίδα των "Αθλίων" στο Γαλλικό κείμενο ονομάζεται Euphrasie που η μητέρα της, η Φαντίνα, την λέει Cossete (πραγματάκι). Ο πρώτος μεταφραστής του μυθιστορήματος στα Ελληνικά, αυθαιρετώντας, την βάφτισε Τιτίκα, όνομα το οποίο διατήρησαν όλοι οι επόμενοι μεταφραστές.  
Στα γυναικείο κόσμο, όπου επικρατεί το χαρίεν, γίνονται αποδεκτές τέτοιες  μεταλλαγές ονομάτων. Αυτό δεν σημαίνει ότι αποκλείονται στους άνδρες. Για παράδειγμα, ο φίλος μου, ο Τριαντάφυλλος, απεχθανόταν το όνομά του. Δοκίμασε το "Λάκης" αλλά ούτε με αυτό έμεινε ικανοποιημένος. Στην φοιτητοπαρέα μας, κάποιος τον είπε "Τσάρλι". Του άρεσε και το καθιέρωσε.  Έκτοτε όλοι Τσάρλι τον λέμε, ακόμη και η γυναίκα του. Βεβαίως, οι άνδρες διαθέτουν τον Άκη, ένα όνομα-πασπαρτού, που καλύπτει απαξάπαντα τα ανδρικά ονόματα. Από τον Ανανία μέχρι τον…Τσοχατζόπουλο!

(Εικονίζεται η Υπατία (370-415 μ.Χ.), νεοπλατωνικη φιλόσοφος, αστρονόμος και μαθηματικός)

394. Πεφταστέρια και αράχνες


Και, ξαφνικά, είδα κόκκινες φλογίτσες να διασχίζουν σαν αστραπή τις παρυφές του οπτικού μου πεδίου, στο δεξί μάτι, και να εξαφανίζονται. Ωραία, θα έχουμε και ιδιωτικά πεφταστέρια,  σκέφτηκα, κι έκανα μιαν ευχή.  Οι μίνι διάττοντες  συνέχισαν την εμφανισή τους, που κρατούσαν κλάσμα δευτερολέπτου, ατομικά  ή σε ομάδες, με πορεία δεικτών ωρολογίου (clock wise, που λένε οι Εγγλέζοι) ή σε αντίστροφη (anti-clock wise, που ξαναλένε οι ίδιοι). Ομολογώ ότι το διασκέδασα. Έκλεισα το φως, έκλεισα τα μάτια και κάθισα στο σκοτάδι να απολαύσω καλλίτερα το θέαμα. Μέχρι που με πήρε ο ύπνος.  
Την άλλη μέρα το πρωί, οι φλογίτσες εξαφανίστηκαν. Όμως ένα άλλο φαινόμενο ήλθε να μου προσφέρει δωρεάν θέαμα. Μια μαυρωπή σκιά, σαν αράχνη με ακανόνιστο, ρευστό σώμα κινιόταν μέσα στο οπτικό μου πεδίο, κάθε φορά που κινούσα τον βολβό του δεξιού μου ματιού. Περίφημα, σκέφτηκα, θα έχουμε και γιώτα-χι θέατρο σκιών, όπου θα είμαι ταυτόχρονα ο καραγκιοζοπαίχτης και ο μοναδικός θεατής.
Άρχισα, λοιπόν, την παράσταση. Έστρεφα το βλέμμα μου με απότομες ή ήπιες κινήσεις αριστερά-δεξιά ή πάνω κάτω και παρατηρούσα την σκιά να αλλάζει  σχήμα και να κινείται σαν να έπλεε σε ζελέ. Μόλις έκλεινα το δεξί μάτι το θέαμα εξαφανιζόταν αφού το οπτικό πεδίο του αριστερού ήταν πεντακάθαρο.
Κάποια στιγμή βαρέθηκα αυτό το παιχνίδι και είπα να το σταματήσω.  Η «αράχνη» όμως είχε διαφορετική άποψη. Συνέχιζε το βιολί της, παρά την θέλησή μου. Άρχισε να γίνεται ενοχλητική. Ευτυχώς, όταν η προσοχή μου ήταν στραμμένη σε κάτι που έκανα ή παρατηρούσα, ξεχνούσα την ύπαρξή της. Ύστερα όμως, τσουπ, πάλι εκεί.
«Αποκόλληση υαλοειδούς, τα κλασικά συμπτώματα» απεφάνθη ο οφθαλμίατρος. «Συμβαίνει στους μεσήλικες και μάλιστα στους μύωπες. Θα περάσει μόνο του σε λίγες εβδομάδες».
Γιατρέ μου, καλά το «λίγες εβδομάδες», θα κάνω υπομονή. Καλά το «μύωπες», αφού ανήκω σ' αυτούς. Αλλά εκείνο το  «μεσήλικες» ήταν απαραίτητο, γιατρέ μου; Πολύ με πλήγωσε. Για να το ξεπεράσω, άρχισα πάλι το θέατρο σκιών. Για απόψε το βράδυ ετοίμασα την παράσταση «η μαύρη αράχνη στο χορό της κοιλιάς». Λυπάμαι που δεν μπορώ να σας προσκαλέσω να την δείτε κι εσείς…

393. Το παλιό μπακάλικο (5/5)


           Όσα μπακάλικα διέθεταν υπόγειο έβαζαν μεγάλα βαρέλια για κρασί ρετσίνα, την βασίλισσα του οίνων. Κάθε Σεπτέμβρη άνοιγαν τα άδεια βαρέλια στο δρόμο και ο μπακαλόγατος χωνόταν μέσα. Με ειδικό εργαλείο έξυνε την επιφάνεια και την έπλενε με το λάστιχο του νερού. Ύστερα ερχόταν ο βαρελάς και ξανάσφιγγε τα σιδερένια στεφάνια βάζοντας ανάμεσά τους ειδικό χόρτο για στεγανοποίηση. Ξανά στο υπόγειο, έτοιμα να δεχτούν τον μούστο της νέας σοδειάς, που ερχόταν με βυτία από τα Μεσόγεια.
            Η κατανάλωση γινόταν σε μια γωνιά του μαγαζιού με  λίγα τραπεζάκια που το καλοκαίρι έβγαιναν στο πεζοδρόμιο. Μεζές στη λαδόκολλα, από τα έτοιμα του μπακάλικου: τυράκι, σαλαμάκι, ελίτσες, καμιά κονσέρβα. Βλέπεις οι λάτρεις της ρετσίνας δεν είχαν πολλές απαιτήσεις, βολεύονταν με αυτά.
           Το μπακάλικο της γειτονιάς μου διέθετε ένα ξεχωριστό, μικρό χώρο για αυτοσχέδια ταβέρνα. Μια επιγραφή, διακοσμημένη με κλαδιά αμπελιού, έγραφε το στιχάκι: «Εκ της αμπέλου τον καρπόν / βγαίνει ετούτο το ποτόν / όποιος το πίνει αντρειώνει / κι όποιος δεν το πίνει μετανιώνει». Μια άλλη όμως δίπλα προειδοποιούσε: «Το πρώτο (εννοείται ποτήρι) φέρνει δύναμη, / το δεύτερο υγεία / το τρίτο και το τέταρτο / φέρνουν την ευτυχία / το πέμπτο φέρνει τον καυγά / το έκτο την αστυνομία».
           Η ρετσίνα πουλιόταν και για το σπίτι.  ΠΩΛΕΙΤΑΙ ΟΙΝΟΣ ΔΙΑ ΟΙΚΙΑΣ πληροφορούσε η σχετική επιγραφή. Οι πελάτες έρχονταν με το μπουκάλι τους και το γέμιζαν εκεί. Έρχονταν συνήθως τα αγόρια της οικογένειας, που τα έστελνε ο πατέρας τους για κρασί.
           Όταν άνοιγαν τα νέα κρασιά κυκλοφορούσε και λίγο κοκκινέλι, που όμως γρήγορα σωζόταν. Βαρελίσιο χύμα κρασί, αρετσίνωτο ή κόκκινο δεν υπήρχε. Σήμερα τα πράγματα έχουν αντιστραφεί. Η πολυτραγουδισμένη, κεχριμπαρένια έχει σχεδόν εξαφανιστεί. Τα σκήπτρα κατέχει το αρετσίνωτο.
          Ο αργός θάνατος των μπακάλικων της γειτονιάς ήλθε με την άφιξη των σούπερ μάρκετ. Ένα-ένα άρχισαν να κλείνουν μη αντέχοντας τον μεγάλο ανταγωνισμό. Σήμερα, αν διασώζεται κάποιο, θεωρείται αξιοθέατο.
            Έτσι όμως χάθηκε η προσωπική επαφή με τον μπακάλη της γειτονιάς σου, που σε ήξερε από μικρό, όπως και όλα τα μέλη της οικογένειάς σου. Τα ψώνια στο σούπερ μάρκετ είναι ανώνυμα. Μόνος σου, σέρνεις ένα καρότσι και κατεβάζεις κουτιά από τα ράφια. Κι αν ζητήσεις πίστωση στο ταμείο, θα φωνάξουν πάραυτα τον σεκιουριτά να σε πετάξει έξω.
(τέλος)

392. Το παλιό μπακάλικο (4/5)

          
           Στην φτώχεια που έδερνε τον κόσμο τότε, το μπακάλικο εκτελούσε κοινωνικό έργο. Κατ’ αρχήν, κάτω από την ταμπέλα «Τηλέφωνον διά το κοινόν» βρισκόταν η μαύρη τηλεφωνική συσκευή της Ζήμενς. Εξυπηρετούσε τον κόσμο, σε μια εποχή που ελάχιστα σπίτια διέθεταν τηλέφωνο και η αίτηση στον ΟΤΕ σήμαινε πέντε χρόνια αναμονή. Όμως οι πελάτες δέχονταν εκεί τα επείγοντα τηλεφωνήματά τους. Έτρεχε τότε ο παραγιός και φώναζε από την γωνιά: «κυρά Μαρίαααα, τηλέφωνοοοοο!». Το ακόμη πιο σημαντικό κοινωνικό έργο του μπακάλη ήταν ο βερεσές, άνευ τόκου, που έδινε σε όσους πελάτες αντιμετώπιζαν οικονομικό πρόβλημα. Κατέγραφε το χρέος στο μεγάλο βιβλίο του και ενημέρωνε το μικρό βιβλιαράκι που κρατούσε ο πελάτης, το γνωστό «μπακαλοτέφτερο». 
           Αφού τα πάντα πωλούνταν χύμα, βασίλισσα του μπακάλικου ήταν η ζυγαριά με τα δύο μπρούτζινα τάσια. Όλα περνούσαν από πάνω της, ζυγίζονταν και κοστολογούνταν. Άγνωστο το κιλό, κυριαρχούσε η οκά (τουρκιστί okka), που ισοδυναμούσε με 1.282 γραμμάρια και υποδιαιρείτο σε 400 δράμια (dihrem), από όπου και η έκφραση «τα έχει 400», δηλαδή έχει σώας τας φρένας.
           Ο μπακάλης διέθετε τουλάχιστον ένα βοηθό, τον «μπακαλόγατο», με διάσημο εκπρόσωπο τον Ζήκο-Χατζηχρήστο. Όλοι φορούσαν  μπεζ ή μπλε μπλούζα για να μην λερώνουν τα ρούχα τους.
           Η μεγαλύτερη κίνηση στα μπακάλικα γινόταν το Σαββατόβραδο. Στην εβδομάδα των έξι εργασίμων ημερών, οι εργατοϋπάλληλοι  το Σάββατο πληρώνονταν το βδομαδιάτικο και έτρεχαν για τα ψώνια τους. Κάποια μπακάλικα, χωμένα σε γειτονιές, έδιναν κρυφά και  Κυριακή  πρωί, για να εξυπηρετήσουν τους πελάτες τους.
(συνεχίζεται)

391. Το παλιό μπακάλικο (3/5)

            
            Να και οι τενεκέδες με ελιές, τουρσιά, ντοματοπολτέ. Οι καρτέλες με τα αυγά, κοινά και «ημέρας», που είχαν ημερομηνία με μπλε στρογγυλή σφραγιδούλα. Στη βιτρίνα του ψυγείου οι μπύρες (μόνο Φιξ, Άλφα και Μάμμος, οι άλλες ήλθαν ααργότερα), οι δίσκοι με το φρέσκο, άσπρο βούτυρο και  την κιτρινωπή μαργαρίνη, τα  κεφάλια κασέρι και κεφαλοτύρι (η γραβιέρα σπάνια) και η φέτα σε βαρέλι και τενεκέ. Ένα κομμάτι τυρί  στο ένα χέρι και μια φέτα  ψωμί στο άλλο ήταν το συνηθισμένο κολατσιό μας που τρώγαμε παίζοντας στην αλάνα.
           Πιο κάτω, οι παιδικές λιχουδιές. Σε ειδικό stand  μεγάλα, τσίγκινα  κουτιά με χύμα μπισκότα Παπαδοπούλου, τετράγωνα (δύο, με λουκούμι στη μέση, έφτιαχναν ζηλευτό σάντουιτς), μακρόστενα (Μιράντα) και στρογγυλά, γεμιστά. Παραδίπλα οι καραμέλες, τυλιγμένες καθεμία σε σελοφάν με εξαίσια χρώματα και σχέδια, σοκολάτες (Παυλίδου και Ίον), λουκούμια, «Θρεψίνη» δηλαδή πολτοποιημένη σταφίδα, νόστιμη και δυναμωτική. Όταν ο γιος μου ήταν μικρός ανακάλυψα σε κάποιο κατάστημα ένα κουτί. Το πήρα φιλοδοξώντας πως θα τον έπειθα να την δοκιμάσει. Το αποτέλεσμα ήταν πως την έφαγα όλη εγώ...  
           Σε κοφίνια οι πατάτες, τα ξερά κρεμμύδια και τα σκόρδα. Για φρέσκα ζαρζαβατικά έπρεπε να πας στον μανάβη.  
           Όπως είπαμε, τα πάντα σχεδόν πωλούνταν χύμα. Εξαίρεση οι κονσέρβες: κορν μπηφ, σαρδέλες (Lucas), πυραμιδωτές στοίβες με συμπυκνωμένο γάλα Νουνού και Βλάχας, σκέτο ή σακχαρούχο που το περιχύναμε στο ψωμί μας για κολατσιό. Σε χάρτινα κουτιά το βούτυρο Κερκύρας με την αγελάδα, το κορν φλάουρ και «ανθός ορύζης Γιώτης» όπως διαφημιζόταν στο ραδιόφωνο. Σε άλλο ράφι πινέζες σε μικρά κουτάκια, βερνίκια Κάμελ για τα παπούτσια, σε διάφορα χρώματα και βούρτσες. Τα μπουκαλάκια με τα αυτογυάλιστα κυκλοφόρησαν μετά το 1970.  Μην ζητήσεις χαρτοπετσέτες, χαρτομάντηλα και χαρτί κουζίνας, θα σε περάσουν για τρελό.  
           Καθένας εύρισκε στο μπακάλικο όλα τα χρειαζούμενα Η  θεοσεβούμενη θυμιατήρια, καρβουνάκια, λιβάνια, φιτιλάκια και λούμινα για το καντήλι, κεριά και λαμπάδες. Ο μαθητής μολύβια, γομολάστιχες, στυλό και τετράδια αλλά και χόρτο καλαθοπλεκτικής και σχέδια ξυλοκοπτικής για το μάθημα της χειροτεχνίας. Η μοδίστρα καρφίτσες (μπηγμένες σε κίτρινο γλασέ χαρτί), βελόνες, παραμάνες, κόπιτσες, ξύλινες κουβαρίστρες και χάρτινα μασουράκια. 
           Τι να πρωτοθυμηθείς από τα μύρια πράγματα («κωδικούς» τα λένε σήμερα) που πουλούσε ένα μπακάλικο;  Βαφή αυγών σε σκόνη για το Πάσχα. Σήτες για κοσκίνισμα του αλευριού (χύμα στο τσουβάλι μπορεί να εισχωρούσαν διάφορα ξένα σώματα). Χάρτινες διακοσμητικές ταινίες με σχέδια σε απαλά χρώματα που στόλιζαν τις  πιατοθήκες και τα ράφια. Βρήκα τις προάλλες σε παλαιοπωλείο ένα μάτσο από δαύτες και τις αγόρασα, γιατί μου θύμισαν τα παιδικά μου χρόνια.
(συνεχίζεται)

390. Το παλιό μπακάλικο (2/5)

       
       Σε ράφι, οι ντάνες με τις πλάκες το πράσινο σαπούνι για τριπλή χρήση: σαμπουάν, αφρόλουτρου για το σώμα, μοσχοσάπουνου για τα χέρια και απορρυπαντικού για την μπουγάδα. Υποβοηθητικά της μπουγάδας ήσαν το τρινάλ, η ποτάσα (γνωστή η ατάκα του Ζήκου «δηλαδή, αν εγώ σου φέρω ποτάσα, εσύ θα την φας;») και το λουλάκι για λευκαντικό. Λίγο  αργότερα ήλθε το Tide,  που διαφημιζόταν στο ραδιόφωνο μέσω των «σαπουνόπερων» της εποχής («Πικρή, μικρή μου αγάπη», «Το ημερολόγιο ενός θυρωρού», «Το σπίτι των ανέμων» κλπ).
        Στη γωνιά οι χόρτινες σκούπες, απλές ή με κοντάρι αφού  ηλεκτρικές βλέπαμε μόνο σε Αμερικάνικες ταινίες. Δίπλα τους, τα πάνινα σακιά με τα όσπρια, που έθρεψαν γενιές Ελλήνων: φασόλια λόπια (δηλαδή κοινά), φασόλια γίγαντες και μαυρομάτικα, φακές, κουκιά, ρεβίθια, φάβα. Πιο εκεί τα σακιά με αλεύρια και ζάχαρη. Το βασικό εργαλείο του μπακάλικου, η σέσουλα, άδειαζε τα σακιά και γέμιζε τις χαρτοσακούλες για τον πελάτη.
        Παραδίπλα τα ξύλινα κουτιά με τα φύλλα του αλατισμένου μπακαλιάρου (τηγανητός με σκορδαλιά και ρετσίνα έκανε λαχταριστό γεύμα, ακόμη και σήμερα), με τις καπνιστές ρέγκες (αξεσουάρ για την φασολάδα), και τα στρογγυλά τενεκεδένια με τις παστές σαρδέλες και την λακέρδα.
      Σε χαρτοκιβώτια τα χύμα μακαρόνια με την άκρη που γύριζε σαν μπαστουνάκι, το κοφτό μακαρονάκι, το κριθαράκι και τα «μαλλιά αγγέλου» για φιδέ στους αρρώστους.
        Στον τοίχο οι καρτέλες με μανταλάκια, διάφορα μπαχαρικά, ακατέργαστα κομματάκια μαστίχας Χίου (μασιόνταν με λίγο κερί), κρύσταλλοι λεμόν ντουζού (διαλυμένοι στο νερό αντικαθιστούσαν το χυμό λεμονιού), τσιμπιδάκια για τα μαλλιά, φουρκέτες, μανταλάκια.
        Από την οροφή κρέμονταν τα αλλαντικά: σαλάμια, μορταδέλες, λουκάνικα, παστουρμάδες και σουτζούκια. Ο παντοπώλης κατέβαζε αυτό που του έδειχνε ο πελάτης και, με ένα μεγάλο μαχαίρι, το έκοβε σε φέτες πάνω στην ξύλινη τάβλα (η σημερινή ηλεκτρική μηχανή με την περιστρεφόμενη λεπίδα περίμενε τότε τον εφευρέτη της).
        Στα ράφια δίπλα στο ταμείο, τσιγάρα σε κασετίνα, σε μονή ή διπλή σειρά (Έθνος, Άρωμα, Άσσος, Καρέλια, Ιντεάλ Ματσάγκου, Παπαστράτος κλπ), και παραδίπλα τα χύμα, όλα άφιλτρα αφού τα φίλτρα δεν είχαν ακόμη ανακαλυφθεί. Από κοντά και τα σπίρτα, «Πυρεία Ελληνικού Μονοπωλίου» έγραφε το κουτάκι, (φτιαγμένο από λεπτές φέτες ξύλου και χαρτόνι), που, συχνά, όταν το άναβες η κάφτρα του πεταγόταν και σου άνοιγε τρύπες όπου σε πετύχαινε, στο παντελονι ή στο πουκάμισο.  
(συνεχίζεται)