Στη θερινή ραστώνη, η ζέστη του ήλιου έφερνε αποχαύνωση. Αυτή αποτυπωνόταν στον τρόπο που κάθονταν κάποιοι θαμώνες. Αραχτοί σε δύο καρέκλες, η δεύτερη ακουμπιστήρι για τα πόδια. Ενίοτε μια τρίτη υποβάσταζε τη μασχάλη. Σε φιλικό κύκλο, κάποιοι κάθονταν ανάποδα με την ράχη της καρέκλας μπροστά.
Από τα καφενεία παρέλαυναν καθημερινά διάφοροι πλανόδιοι. Φωτογράφοι, που απαθανάτιζαν σε ασπρόμαυρο την παρέα, λαχειοπώλες, κουλουρτζήδες, φιστικάδες ("και μονά-ζυγά παίζω"), λοταριατζήδες, λούστροι, γυρολόγοι, επιτήδειοι, τάχα ξέμπαρκοι ναυτικοί που πουλούσαν λαθραίους αναπτήρες, ρολόγια και υφάσματα. Δεν έλειπαν και οι σαλοί της περιοχής, όπως ο Κατάσκοπος με το βαλιτσάκι, ο Τρελομαραμένος με τον σουγιά, ο Γόης με το τσουβάλι κι ο Κώστας που, πάντα αμίλητος, τσαλαβουτούσε με τα παπούτσια στους νερόλακκους του δρόμου. Οι θαμώνες τους πείραζαν.
Ανέκαθεν τα καφενεία ανά την επικράτεια είχαν μεγάλο κοινωνικό ρόλο. Δεν υπάρχει Ελληνική γωνιά που να μην έχει το δικό της. Εκεί λειτουργούσε άτυπα η αρχαία "εκκλησία του δήμου". Προσφιλές και συνηθέστερο θέμα, η πολιτική, με δεύτερο το ποδόσφαιρο. Καθένας έλεγε την άποψή του, το μακρύ και το κοντό του, διαφωνούσε, καυγάδιζε, έβγαζε τα απωθημένα του, κάκιωνε με τους αντιφρονούντες, φίλιωνε και όλοι μαζί ανέβαζαν και κατέβαζαν κυβερνήσεις. Χαρακτηριστική η εμπειρία Αγγλίδας συγγραφέως σε καφενείο της Κρήτης: "Φώναζαν άγρια, τσακώνονταν μεταξύ τους. Ήσαν έτοιμοι να σφαχτούνε. Τρόμαξα. Ξαφνικά ηρέμησαν, άρχισαν να πίνουν και να τραγουδούν".
Ας θυμηθούμε και τον χωρισμό σε γαλάζια και πράσινα καφενεία μιας εποχής. Σε προεκλογικές περιόδους, οι υποψήφιοι κατέφευγαν στα καφενεία της περιφέρειάς τους για να μιλήσουν στους "πελάτες" τους. Την ημέρα των εκλογών, τα μεγάλα καφενεία μετατρέπονταν σε εκλογικά κέντρα με τα τραπεζοκαθίσματα στοιβαγμένα στη γωνιά.
Το καφενείο ήταν ο τόπος συνάντησης φίλων ή γνωστών "πέρνα το βράδυ από το καφενείο να τα πούμε". Γι' αυτό και η επωνυμίες τους ήσαν συχνά "η συνάντηση", "των φίλων" κλπ. Ο Ορφέας Περίδης για μια τέτοια παρέα τραγουδούσε "Στο καφενείο στην Κυψέλη / ανταμώσανε τα μέλη / ούζο, τσιγάρο, τέλη Σεπτέμβρη".
Για πολλούς ήταν το μόνιμο στέκι, ήξεραν οι άλλοι πού αλλά και την ώρα που θα τον βρουν, ειδάλλως ο καφετζή τους ενημέρωνε. "Στο καφενείο έχουν δυο μήνες να τον δουν / Με την καλή του έχουν άλλο τόσο να βρεθούν" τραγουδά ο Νίκος Πορτοκάλογλου για κάποιον χαμένο θαμώνα.
Ωρισμένα επαγγέλματα είχαν τα δικά τους καφενεία, όπως οι καλλιτέχνες στην Ομόνοια. Υπήρχε και το περίφημο καφενείο "των κυνηγών" απέναντι από το Δημοτικό θέατρο, στον Πειραιά. Κάποια μεγάλα διέθεταν και μπιλιάρδο.
Ωρισμένα επαγγέλματα είχαν τα δικά τους καφενεία, όπως οι καλλιτέχνες στην Ομόνοια. Υπήρχε και το περίφημο καφενείο "των κυνηγών" απέναντι από το Δημοτικό θέατρο, στον Πειραιά. Κάποια μεγάλα διέθεταν και μπιλιάρδο.
-συνεχίζεται-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου