Φίλε επισκέπτη,

Καλωσόρισες στο ιστολόγιό μου .

Είμαι ο Άρης Γαβριηλίδης γεννημένος το 1948 στον Πειραιά. Σπούδασα οικονομικά στην Νομική Αθηνών και σταδιοδρόμησα ως διευθυντικό στέλεχος σε ναυτιλιακές τράπεζες και επιχειρήσεις. Τώρα ασχολούμαι αποκλειστικά με τις δύο παλιές μου αγάπες: τη συγγραφή βιβλίων και την μικρογλυπτική (readymade, assemblance art)

Εδώ καταγράφω όσες από τις σκέψεις μου θεωρώ ότι αξίζει τον κόπο να δημοσιευτούν. Εκθέτω επίσης φωτογραφίες από τα τεχνουργήματά μου, παρμένες από την "γκαλερί" της προσωπικής μου ιστοσελίδας: http://www.arisgavriilidis.gr/

Διευκρίνιση: ο τίτλος του blog, Aris-tourgimata, δεν οφείλεται σε οίηση αλλά σε λογοπαίγνιο: συνδυάζει το όνομά μου (Άρης) με τα δημι-ουργήματά μου (σκέψεις και τεχνουργήματα).

Φίλε επισκέπτη, ελπίζω να βρεις το ιστολόγιό μου ενδιαφέρον. Το σχόλιά σου ευπρόσδεκτα.

Σε περιμένω και:

Στην ιστοσελίδα μου: http://arisgavriilidis.gr/
στο Facebook: Aris Gavriilidis
στο Twitter: @agavriel1

EMAIL

546. Φοβισμένος καπνιστής



Πίσω από κάθε καπνιστή κρύβεται ένας φοβισμένος άνθρωπος. 
Άρης Γαβριηλίδης 

545. Τα παλιά κουρεία (4/4)

(συνέχεια από το προηγούμενο) 
Το κουρείο ήταν από την αρχαιότητα ένας κατεξοχήν χώρος συγκέντρωσης ανδρών. Αναπτυσσόταν μια σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσα στον κουρέα και στον πελάτη του. Ίσως για αυτό οι άνδρες δύσκολα αλλάζουν κουρέα, έστω κι αν μετακομίσουν σε μακρύτερη γειτονιά.

Ο κουρέας έχει επηρεάσει την τέχνη. Εκτός από τον πασίγνωστο "Κουρέα της Σεβίλλης" τον ρόλο του έχουν ενσαρκώσει διάφοροι ηθοποιοί από τον Τσάρλι Τσάπλιν μέχρι τον Βέγγο και τον Γκιωνάκη στην ταινία "Η ωραία του κουρέα".   

Η εικόνα του κουρείου της εποχής ελάχιστα θυμίζει τα σύγχρονα ανδρικά κομμωτήρια με νιπτήρες για λούσιμο, πολυθρόνες που ανεβοκατεβαίνουν και ξαπλώνουν, ηλεκτρικές κουρευτικές μηχανές, εξαφάνιση των παραδοσιακών ξυραφιών και των λοιπών σύνεργων ξυρίσματος αφού όλοι ξυρίζονται μόνοι τους, αναπαυτικούς καναπέδες και την τηλεόραση στον τοίχο να παίζει συνεχώς. Κιθάρες ούτε για δείγμα και κομμωτές λιγόλογοι.  Και επειδή δεν υπάρχει επάγγελμα που να μην το έχουν αλώσει οι γυναίκες, συχνά ο κουρέας άλλαξε φύλλο και έγινε...κομμώτρια!     
(τέλος) 

544. Τα παλιά κουρεία (3/4)

(συνέχεια από το προηγούμενο) 
Κοινό χαρακτηριστικό των κουρέων της εποχής ήταν η πολυλογία. Κούρευαν και μιλούσαν ασταμάτητα. Ρωτούσαν τον πελάτη για να μαθαίνουν λεπτομέρειες από την ζωή του, σχολίαζαν και κουτσομπόλευαν καλοπροαίρετα. Μιλούσαν και το ψαλίδι ανοιγόκλεινε μηχανικά στο χέρι τους σαν μουσική υπόκρουση. Ίσως ήταν ένας τρόπος να καταπολεμούν την μονοτονία της δουλειά τους.

Την περίοδο των εορτών, Χριστούγεννα και Πάσχα, ο κουρέας έγραφε με κιμωλία στον καθρέφτη με μεγάλα γράμματα: "Δώρο 30%". Δεν ξέρω με ποιες ευεργετικές διατάξεις της εποχής είχε καθιερωθεί αυτό το "καπέλωμα" στην τιμή, που οι πελάτες πλήρωναν μη έχοντας άλλη επιλογή, και το οποίο αργότερα καταργήθηκε. 

Νεαροί κουρείς, όταν πήγαιναν στο στρατό, έπαιρναν μαζί τους μηχανή, ψαλίδι και τσατσάρα και ασκούσαν την τέχνη τους στα κεφάλια των φαντάρων (ενίοτε και αξιωματικών) βγάζοντας καλό χαρτζιλίκι.

Κουρείς εκαλούνται σε σπίτια για να "ξυρίσουν τον γαμπρό" ή για να κάνουν το τελευταίο ξύρισμα σε πεθαμένο. (Για τον τελευταίο, ο Αντώνης Σαμαράκης έχει γράψει ένα θαυμάσιο διήγημα). 
(συνεχίζεται) 

543. Τα παλιά κουρεία (2/4)

(συνέχεια από το προηγούμενο)
Για να κουρευτείς έπρεπε να περιμένεις την σειρά σου στις ξύλινες καρέκλες, καπνίζοντας, διαβάζοντας εφημερίδα, μιλώντας με άλλους πελάτες ή χαζεύοντας την κίνηση του δρόμου από την τζαμαρία. Τα ραντεβού ήταν άγνωστα, άλλωστε δεν υπήρχε τηλέφωνο στο κουρείο.

Κάποια μεγάλα κουρεία είχαν δύο, ή περισσότερες, πολυθρόνες ("θέσεις εργασίας" θα τις λέγαμε σήμερα) όπου, εκτός από τον κουρέα, δούλευε και ο κάλφας, εξυπηρετώντας ταυτόχρονα δύο ή τρεις πελάτες. Συχνά υπήρχε και κάποιο παιδί, άμισθος υπάλληλος, που περίμενε υπομονετικά να τελειώσει το κούρεμα ο πελάτης για να του βουρτσίσει την πλάτη, να του ευχηθεί "με τις υγείες σας" και να εισπράξει το μικρό φιλοδώρημα.

Τότε, αλλά και τώρα, ο φρεσκοκουρεμένος εισέπραττε τη ευχή των φίλων  του "με 'γεια το κούρεμα" ενώ ο πιτσιρικάς έσκυβε πειθήνια το κεφάλι για να εισπράξει την κατ' έθιμον καθιερωμένη... καρπαζιά! Η ευχή αυτή έγινε και τίτλος σε άλμπουμ με τραγούδια του Διονύση Σαββόπουλου.

Τα Σαββατόβραδα στα κουρεία ήσαν στο φόρτε τους. Τα Σάββατα, για όλα τα επαγγέλματα στον ιδιωτικό και στον δημόσιο τομέα ήταν εργάσιμη ημέρα. Έτσι ο αντρικός πληθυσμός από το απόγευμα κατέκλυζε τα κουρεία για να είναι ευπρεπής την Κυριακή στην εκκλησία, στο γήπεδο, στο σινεμά, στις βόλτες και στις κοινωνικές εκδηλώσεις.

Ο κουρέας ήταν πάντα φρεσκοξυρισμένος, καθαρός, και φορούσε άσπρη ποδιά. Μεγάλο χάρισμα να είναι αλαφροχέρης, "με χέρι πούπουλο" για ανώδυνο και απαλό ξύρισμα, μια παρομοίωση που δινόταν και σε "ενεσούδες" της εποχής, δηλαδή, γυναίκες που σε κατ΄ οίκον επισκέψεις έκαναν τις ενέσεις σε ασθενείς (για αυτές θα μιλήσουμε μιαν άλλη φορά).  

Δεν ξέρω για ποιον λόγο, αρκετοί μπαρμπέρηδες είχαν στο κουρείο μια...κιθάρα και έπαιζαν όταν δεν είχαν δουλειά. Θυμάμαι, ο Σάββας Παπαδόπουλος, πρόσφυγας από ρωσικά μέρη, είχε μπαλαλάικα, που την χάζευα για το περίεργο, τριγωνικό σχήμα της, όταν με κούρευε, παιδί, όλα γουλί με μια φούντα μπροστά. Έφηβος κουρευόμουν στον νεότερο Διονύση Τσιριγώτη, που έπαιζε κιθάρα. Ένας γείτονας ο Γιώργος Τριανταφυλλίδης, με κουρείο στην Τρούμπα, έπαιζε κι αυτός κιθάρα. Παλαιότερα, οι κουρείς έκαναν και τον...οδοντογιατρό, αφαιρώντας με τανάλια χαλασμένα δόντια, όπως και τον... αιματολόγο διαθέτοντας βδέλλες για αφαιμάξεις! 
(συνεχίζεται)

542. Τα παλιά κουρεία (1/4)

Πίσω, στην δεκαετία του '50, δεν υπήρχαν ανδρικά κομμωτήρια. Μόνο κουρεία, κοινώς μπαρμπέρικα. Η πελατεία τους ήταν αμιγώς ανδρική.

Βασικό έπιπλο του κουρείου ήταν η ειδική πολυθρόνα έχοντας απέναντι στον τοίχο τον μεγάλο καθρέφτη και τον πάγκο με τα εργαλεία της μπαρμπερικής τέχνης:

Χειροκίνητες κουρευτικές μηχανές, συμπεριλαμβανομένης της απεχθούς "ψιλής" που κούρευε "κουρούπι" τους μαθητές, τους νεοσύλλεκτους και του τεντιμπόηδες.

Τσατσάρες και ψαλίδια. Μεγάλο ξυράφι, ακονιζόμενο στο δερμάτινο λουρί, που η εβδόμη τέχνη το μετέτρεψε σε ανατριχιαστικό φονικό όργανο.

Λεκανάκι και πινέλο για σαπουνάδα και σαπούνι σε σκόνη.

Σκεύος με κυλιόμενο χαρτί όπου σκουπιζόταν το ξυράφι στην διάρκεια του ξυρίσματος.

Μπαστουνάκι με στύψη για τυχόν αμυχές από το ξυράφι. 

Μπουκαλάκι με κολόνια-οινόπνευμα για οδυνηρό after shave.

Βούρτσα με χερούλι για να απομακρύνει τις κομμένες τριχούλες από τον σβέρκο αφού πασπαλίζονταν με ταλκ.

Μπουκαλάκι με μπριγιόλ το οποίο έκανε τα μαλλιά να γυαλίζουν, τιθάσευαν τις απείθαρχες τρίχες και κρατούσαν το χτένισμα, σύμφωνα με τις επιταγές της μόδας που προέβλεπε χωρίστρα και "κοκοράκι" ή "μπουλαντζέ" αλα Έλβις Πρίσλεϊ.

Βαποριζατέρ με κολόνια που σε έκανε να μυρίζεις σαν επιτάφιος.

Και, βέβαια, η μεγάλη άσπρη πετσέτα που τυλιγόταν γύρω από τον λαιμό του πελάτη για να τον προστατέψει από τις μυριάδες τριχούλες  που έπεφταν γύρω του, σαν νιφάδες, κατά την ιεροτελεστία του κουρέματος για να καταλήξουν στο πάτωμα. 
(συνεχίζεται)