Από τα γαμήλια τραπέζια στα οποία έχω παρακαθίσει, από τα πιο απλά ως τα πιο κοσμικά, ένα έμεινε χαραγμένο στη μνήμη μου και το θυμάμαι με νοσταλγία.
Πριν λίγα χρόνια βρέθηκα στην Κατερίνη για λιγοήμερες διακοπές με την γυναίκα μου. Ο ξάδελφός μου, ο Γιάννης, που μας φιλοξενούσε ήταν καλεσμένος σε κάποιο γάμο που γινόταν σε ένα κοντινό χωριό, τον Κοκκινοπλό. Για να μην μας αφήσει μόνους εκείνο το βράδυ, ο ξάδελφος ζήτησε την άδεια από τον πατέρα της νύφης που τον είχε καλέσει, να πάρει μαζί το «ένα ζευγάρι από την Αθήνα». Εκείνος δέχθηκε με χαρά.
Επειδή ο γάμος θα γινόταν νωρίς το απόγευμα ενώ το γλέντι το βράδυ, ο Γιάννης πρότεινε, για να μην ταλαιπωρηθούμε εμείς, να έφευγε νωρίτερα με την γυναίκα του, με το αυτοκίνητό τους για να πάνε στη εκκλησία του χωριού, και λίγες ώρες αργότερα να πηγαίναμε κι εμείς, με το δικό μας αυτοκίνητο, κατευθείαν στην ταβέρνα του χωριού για να τους συναντήσουμε. Έτσι κι έγινε.
Μπαίνοντας στην ταβέρνα ομολογώ πως ήμουν γεμάτος επιφυλάξεις κάθε λογής. Όμως μια σειρά ευχάριστων εκπλήξεων γρήγορα τις διέλυσε.
Κατ’ αρχήν, μολονότι τούς ήμασταν άγνωστοι, οι άνθρωποι μας είχαν κρατήσει δύο θέσεις «πρώτο τραπέζι πίστα» δείχνοντας την ζεστή φιλοξενία τους.
Τα φαγητά γνήσια Ελληνικά, όπου κυριαρχούσαν οι υπέροχες, σπιτικές πίτες και τα σουβλιστά κρέατα. Κρασί ντόπιο, βαρελίσιο. Η μεγάλη αίθουσα γεμάτη, με καλεσμένους όλο το χωριό.
Τα όργανα στην πίστα με πρωταγωνιστή το κλαρίνο έπαιζαν δημοτικά τραγούδια. Στην αρχή φοβήθηκα πως σε λίγο θα το γύριζαν σε κάτι δημοτικοφανή κατασκευάσματα, σε τσιφτετέλια και σε σκυλοτράγουδα, όπως κάνουν στα επαρχιώτικα πανηγύρια, από τα οποία κουβαλούσα μια οδυνηρή ακουστική και οπτική εμπειρία. Οι φόβοι μου όμως διαψεύστηκαν. Η ορχήστρα έπαιζε συνεχώς και αποκλειστικά αυθεντικά δημοτικά τραγούδια. Κι ενώ νόμιζα πως το ρεπερτόριό τους θα εξαντλείτο στους σκοπούς της περιοχής, πάλι γελάστηκα. Ολόκληρη η Ελλάδα παρέλασε από εκεί: Κρητικά, νησιώτικα, Ποντιακά, Ηπειρώτικα, τσάμικα, καλαματιανά, Σμυρνέικα, ό,τι μπορείς να φανταστείς.
Η πίστα πάντα γεμάτη με χορευτές, που κάθε τόσο έριχναν χαρτονομίσματα στους μουσικούς. Εντύπωση μου έκανε πως όλοι ήξεραν και χόρευαν όλα τα τραγούδια. Κι ακόμη πως οι χορευτικοί κύκλοι περιείχαν όλες τις ηλικίες και έκλειναν με παιδιά, αγόρια και κορίτσια, πράγμα που εξηγεί την γνώση όλων τους στον χορό. Ιδιαίτερη στιγμή όταν ο γαμπρός έδωσε παραγγελιά στη ορχήστρα για να χορέψει η γιαγιά του. Σηκώθηκε εκείνη, σοβαρή και μετρημένη, με τις ασημένιες πλεξούδες να της στολίζουν το κεφάλι, χόρεψε με χάρη, παρά την ηλικία της, και ξανακάθισε.
Σε τούτο το γλέντι επικρατούσε ο σεβασμός: σεβασμός στην παράδοση, σεβασμός στους ξένους, σεβασμός στους γεροντότερους, σεβασμός στους συχωριανούς, σεβασμός στην οικογένεια, σεβασμός στα ήθη και στα έθιμά μας. Αυτή είναι η πραγματική Ελλάδα.
Ήταν προχωρημένη η ώρα όταν σηκωθήκαμε να φύγουμε ενώ το γλέντι καλά κρατούσε. Μαζί με τις ευχές μου για βίο ανθόσπαρτο στο νέο ζευγάρι, ευχαρίστησα θερμά τον πατέρα της νύφης για την πρόσκλησή του και τον διαβεβαίωσα ότι ήταν το καλλίτερο γαμήλιο τραπέζι από όσα είχα παρευρεθεί. Και το εννοούσα. Απόδειξη, το θυμάμαι ακόμη ζωντανά κι ας έχουν περάσει κάμποσα χρόνια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου